Δευτέρα 5 Αυγούστου 2019

Jerome Roos: Κινητοποίηση για τα κοινά: μαθήματα από την Ιταλία (Απρίλιος 2014)




Η διαδήλωση του Σαββάτου στη Ρώμη ήταν η τελευταία μιας σειράς δράσεων γύρω από ένα κοινό πρόταγμα: Τι μπορούμε να μάθουμε από τα κινήματα της Ιταλίας;

Δεκάδες χιλιάδες διαδηλωτές πραγματοποίησαν πορεία στη Ρώμη το Σάββατο για να καταγγείλουν τα μέτρα λιτότητας και τις οικονομικές μεταρρυθμίσεις της νέας κυβέρνησης του Matteo Renzi, και για να επαναδιατυπώσουν το αίτημά τους για εισόδημα, στέγη και αξιοπρέπεια για όλους. Δεκάδες τραυματίστηκαν καθώς ξέσπασαν συγκρούσεις προς το τέλος της πορείας και η αστυνομία επιτέθηκε στα πλήθη χτυπώντας αδιακρίτως τους διαδηλωτές και ποδοπατώντας όσους βρέθηκαν στον δρόμο της. Αλλά αυτό που δεν μπόρεσε να ποδοπατήσει η αστυνομία ήταν η αποφασιστικότητα των κινημάτων να δυναμώσουν την αντίστασή τους στον απόηχο της sollevazione generale (“γενικής εξέγερσης”) του περασμένου Οκτωβρίου, η οποία έβγαλε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπους στους δρόμους της Ρώμης.

Τα γεγονότα του Σαββάτου έχουν ιδιαίτερη σημασία για δύο λόγους: πρώτα απ’ όλα, τα ιταλικά κινήματα αντιμετώπισαν στην αρχή μάλλον χλιαρά την ευρωπαϊκή κρίση χρέους που ξέσπασε το 2010 – 11. Εκτός από μια μαζική διαδήλωση που έγινε στη Ρώμη στις 15 Οκτωβρίου 2011, η οποία γρήγορα εκφυλίστηκε σε αδικαιολόγητη βία, το κύμα των indignados-Occupy πέρασε, σε μεγάλο βαθμό, απαρατήρητο στη χώρα, ακόμη και όταν μια μη εκλεγμένη κυβέρνηση τεχνοκρατών, με επικεφαλής τον πρώην σύμβουλο της Goldman Sachs Mario Monti, ανέλαβε την εξουσία. Αυτή η πρόσφατη, κάπως αμφίσημη, στάση κάνει τις συνεχιζόμενες κινητοποιήσεις ακόμη πιο σημαντικές, δεδομένου μάλιστα ότι το στεγαστικό και η ανεργία έχουν επιδεινωθεί από τότε.

Ωστόσο, ο δεύτερος λόγος για τον οποίο θα πρέπει να δώσουμε προσοχή στην Ιταλία είναι γνωστός στους περισσότερους: η διαδήλωση του Σαββάτου εκδηλώθηκε κόντρα σε ένα υπόβαθρο σχετικής κινηματικής ηρεμίας που επικρατεί στην υπόλοιπη Ευρώπη αλλά και στη Βόρεια Αμερική. Την ώρα που τα περισσότερα κινήματα κατά της λιτότητας φαίνεται να υποχωρούν, τα ιταλικά κινήματα σταδιακά κλιμακώνουν την αντίστασή τους. Αυτό θέτει ένα ενδιαφέρον ερώτημα: μήπως έχουμε κάτι να μάθουμε από τις διαδικασίες βάσης που βρίσκονται σε εξέλιξη στην Ιταλία; Πιστεύω ότι η απάντηση είναι «ναι» και νομίζω ότι θα πρέπει να δοθεί ιδιαίτερη προσοχή στην ευρεία κοινωνική σύνθεση και στο «κοινό πρόταγμα» που χαρακτηρίζουν αυτές τις διαδικασίες βάσης.

Ανανέωση της Αντίστασης

Αλλά πρώτα ας κάνουμε ένα βήμα πίσω. Την προηγούμενη εβδομάδα, αναφέρθηκα σε μια σειρά από προκλήσεις που αντιμετωπίζουν τα διεθνή κινήματα στην τρέχουσα φάση της σχετικής αποκλιμάκωσης. Υποστήριξα ότι μερικοί από τους βασικούς λόγους για την «έλλειψη διαμαρτυρίας» στις μέρες μας έχουν να κάνουν με: (1) την κοινωνική ατομικότητα που προκαλείται από την ολοένα και πιο επισφαλή φύση της εργασίας μέσα στην κρίση και υπό το πλαίσιο του χρηματιστικοποιημένου καπιταλισμού γενικότερα, (2) την απομόνωση, ως συνέπεια του άγχους που δημιουργείται από τις απαιτήσεις του νεοφιλελευθερισμού για συνεχή συνδεσιμότητα και μόνιμη παραγωγικότητα, σε συνδυασμό με την αστυνομική καταστολή και την προαναφερθείσα αύξηση της επισφάλειας και (3) με την συντριπτική αίσθηση ματαιότητας που βιώνουν μεγάλα τμήματα του πληθυσμού. Σ’ αυτούς τους παράγοντες, ένας αναγνώστης πρόσθεσε, ορθά, την ψυχική και σωματική εξάντληση που απορρέει από τις μη βιώσιμες μορφές ακτιβισμού.

Τώρα, αν τα κινήματα σε άλλες χώρες ενδιαφέρονται για την ανανέωση της αντίστασης, πιστεύω ότι θα πρέπει να βρουν τρόπους για να αντιμετωπίσουν άμεσα αυτούς τους αλληλένδετους παράγοντες, και τα ιταλικά κινήματα μπορούν να μας δώσουν τουλάχιστον μια ιδέα από πού να ξεκινήσουμε: να καθίσουμε μαζί και να διαμορφώσουμε προσεκτικά ένα κοινό πρόταγμα πίσω από το οποίο διαφορετικές πολιτικές ομάδες, αυτόνομα κινήματα και μεμονωμένα άτομα μπορούν να ενωθούν. Αυτό που χρειάζεται είναι ένα κοινό λάβαρο που θα στηρίξει μια πλατιά λαϊκή συμμαχία πίσω από ένα σύνολο κοινών στόχων και αρχών. Στην Ιταλία, το έργο αυτό αναφέρεται ως una sola grande opera: casa e reddito per tutti – «μόνο ένα μεγάλο εγχείρημα: στέγη και εισόδημα για όλους». Το πρόταγμα αυτό με τη σειρά του βασίζεται σε μια δεκαετία τοπικών εμπειριών στην οργάνωση γύρω από «το δικαίωμα στα κοινά» (ένα χρήσιμο αλφαβητάρι για το θέμα αυτό, αποτελεί η ομιλία του Michael Hardt).

Κινητοποίηση για τα κοινά

Η έννοια των «κοινών» έχει γίνει δημοφιλής σε κύκλους ακτιβιστών σε όλο τον κόσμο τα τελευταία χρόνια, αλλά ίσως να διατυπώνεται πλέον ρητά στο πλαίσιο των αγώνων που λαμβάνουν χώρα στην Ιταλία αυτή τη στιγμή. Όπως έχει επισημάνει σ’ ένα εξαιρετικό άρθρο στο ROAR, στις αρχές του έτους o Alfredo Mazzamauro, φίλος και συνάδελφος ερευνητής στο EUI, το αξιοσημείωτο για τη sollevazione generale στις 19 Οκτωβρίου 2013 ήταν ακριβώς ότι ξεπέρασε τις διαχωριστικές γραμμές που για τόσο καιρό κρατούσαν την ιταλική Αριστερά και τα κοινωνικά κινήματα χώρια και σε σύγκρουση μεταξύ τους. Αυτό έγινε σε μεγάλο βαθμό μέσω της αναγνώρισης ενός κοινού εχθρού (του νεοφιλελεύθερου καπιταλισμού) και της διαμόρφωσης ενός κοινού σχεδίου (για το εισόδημα και τη στέγαση), όπου διαφορετικές ομάδες κατάφεραν να ενώσουν τις δυνάμεις τους και αρχίζουν τώρα να δημιουργούν μια αυτόνομη πολιτική στρατηγική από τα κάτω.

Το γεγονός ότι αυτή η αφήγηση ουσιαστικά περιστρέφεται γύρω από τη στέγη και το εισόδημα δεν είναι τυχαίο: το 40% των νέων στην Ιταλία είναι πλέον άνεργοι και, μόνο το 2013, περίπου 68.000 οικογένειες έλαβαν ειδοποιήσεις έξωσης, το 90% των οποίων εξαιτίας της αδυναμίας τους να πληρώσουν το ενοίκιο ή το στεγαστικό τους δάνειο, ως αποτέλεσμα ανεπαρκούς εισοδήματος. Αλλά το σύνθημα για το εισόδημα και την κατοικία δεν είναι μόνο ένα ήπιο ρεφορμιστικό κάλεσμα μπροστά σε μια καταστροφική κρίση. Όταν οι διαδηλωτές στη Ρώμη απαιτούν την reddito, οι περισσότεροι αναφέρονται σε ένα ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα, και όταν μιλούν για τη στέγαση αναφέρονται σε αυτήν, όχι μόνο ως ένα ανθρώπινο δικαίωμα, αλλά και ως κοινό αγαθό. Έτσι, τα κινήματα δεν θέτουν απλά ένα αίτημα στην κυβέρνηση. Μάλλον, επαναδιατυπώνουν έναν επαναστατικό στόχο που διαχωρίζει την ανθρώπινη ανάγκη για στέγη και τροφή από την κοινωνική εξάρτηση της μισθωτής εργασίας και της ανταλλαγής. Αποτελεί μια ριζοσπαστική αντίληψη της αξίας αφ’ εαυτής.

Βασικό εισόδημα, κοινωνική κατοικία

Η διαμόρφωση της ιδέας ότι η στέγαση αποτελεί κοινό αγαθό και το εισόδημα καθολική παροχή έχει τη δυνατότητα να διευρύνει σε μεγάλο βαθμό τους πολιτικούς μας ορίζοντες. Πρώτα απ’ όλα, η έννοια του εγγυημένου εισοδήματος συντρίβει την καπιταλιστική άποψη ότι οι απλοί άνθρωποι πρέπει να πωλούν την εργατική τους δύναμη σε κάποιον εργοδότη μόνο και μόνο για να επιβιώσουν. Αναγνωρίζει το γεγονός ότι οι κοινωνίες μας (τουλάχιστον στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική) έχουν συσσωρεύσει αρκετά κεφάλαια με τα χρόνια, ώστε να μπορούν να καλύπτουν για όλους τουλάχιστον τις βασικές ανάγκες για μια λιτή διαβίωση. Και παρέχει μια συγκεκριμένη εναλλακτική λύση για την καταπολέμηση της βαθιάς αίσθησης άγχους που προκαλεί η εργασιακή επισφάλεια. Μην έχετε την παραμικρή αμφιβολία: καταργώντας την εξάρτηση από τη μισθωτή εργασία για την εξυπηρέτηση βασικών αναγκών, θα υπάρξουν σοβαροί μετασχηματισμοί στις κοινωνικές σχέσεις και στη φύση της καθημερινής ζωής.

Δεύτερον, όπως επανειλημμένα έχει επισημάνει ο David Harvey τα τελευταία χρόνια (και στην πρόσφατη ομιλία του στο LSE), η έννοια της κατοικίας ως κοινού αγαθού έχει ριζικές επιπτώσεις στο θεμελιακό επίπεδο της καπιταλιστικής οικονομίας. Με την εκμηδένιση της αντίφασης ανάμεσα στην αξία χρήσης και την ανταλλακτική αξία, η στέγαση ως κοινό αγαθό αναγνωρίζει την ανώτερη αξία της βασικής ανάγκης για στέγη και ασφάλεια πάνω από τον μη-παραγωγική και εντελώς πλασματική αξία μιας κερδοσκοπικής επένδυσης σε ακίνητα. Ως εκ τούτου, καταρρίπτει την φονταμενταλιστική άποψη της αγοράς ότι ένα σπίτι είναι πρώτα και κύρια μια ανταλλακτική αξία, μια εντελώς παράλογη πεποίθηση που έχει δημιουργήσει ένα κόσμο στον οποίο τα εκατομμύρια των αστέγων τώρα κάθονται τώρα πλάι στα εκατομμύρια άδεια σπίτια.

Δημιουργώντας πλατιές συμμαχίες

Στην Ιταλία, όπου τέθηκε ρητά το πλαίσιο του αγώνα με αυτούς τους όρους, κατέστη δυνατή η δημιουργία μιας ευρείας συμμαχίας που ένωσε ανόμοιους συμμάχους, όπως είναι οι καταλήψεις και τα κινήματα των κοινωνικών κέντρων των μεγάλων πόλεων και το ριζοσπαστικό αυτόνομο κίνημα no-TAV (το οποίο αγωνίζεται για την υπεράσπιση των τοπικών κοινοτήτων και των περιβαλλοντικών κοινών ενάντια στην κατασκευή μιας σιδηροδρομικής γραμμής υψηλής ταχύτητας μέσω της κοιλάδας Susa), με επισφαλείς εργαζόμενους στον τομέα των logistics και άνεργους Ιταλούς και μετανάστες που κινδυνεύουν να εκδιωχθούν από τα σπίτια τους. Όπως το έθεσε ο Alfredo Mazzamauro, «μαζί [αυτές οι ομάδες] τόνισαν την αντίθεσή τους στη δαπάνη 26 δισ. ευρώ δημόσιου χρήματος για την κατασκευή της σιδηροδρομικής γραμμής που αποσταθεροποιεί ολόκληρες κοινότητες, με αμφίβολο όφελος για τις χαμηλές εισοδηματικές τάξεις στην περιοχή, ενώ την ίδια στιγμή το κράτος αρνείται να εκπονήσει ένα σχέδιο έκτακτης ανάγκης για την επίλυση της στεγαστικής κρίσης».

Παρόμοιες, ευρύτερες συμμαχίες δημιουργήθηκαν για λίγο αλλού κατά τη διάρκεια του 2011, αλλά στις περισσότερες περιπτώσεις οι συμμαχίες αυτές δεν κράτησαν, διότι γρήγορα εξανεμίστηκε η δυναμική τους και κυρίως διότι απέτυχαν να αρθρώσουν ένα κοινό όραμα και ένα συγκεκριμένο πολιτικό πρόταγμα που οι διαδηλωτές θα στήριζαν με τρόπο θετικό και θα συνέχιζαν να οργανώνονται γύρω από αυτό. Ελλείψει ενός κοινού προτάγματος, οι συμμαχίες του 2011 προσέλαβαν, στο μεγαλύτερο μέρος τους, ένα μάλλον εφήμερο ή παροδικό χαρακτήρα: εντοπίστηκε ένας κοινός εχθρός (Μουμπάρακ, WallStreet, Ερντογάν), αλλά πέρα από την κρίσιμη επανίδρυση της λαϊκής συνέλευσης, λίγα πράγματα έγιναν για να δημιουργηθεί ένα εναλλακτικό πολιτικό φαντασιακό και μια μακροπρόθεσμη επαναστατική στρατηγική.

Η πολυμορφία της τακτικής

Η ανάπτυξη ενός τέτοιου κοινού πολιτικού προτάγματος διαφέρει από το να στριμώχνεις ένα πλήθος κοινωνικών δυνάμεων και πολιτικών φαντασιακών σε μία ενιαία δομή. Ακόμη περισσότερο, δεν πρόκειται για την ανάδυση ενός πολιτικού κόμματος από τα κοινωνικά κινήματα, όπως επιμένουν ότι πρέπει να κάνουμε οι πιο παραδοσιακοί αριστεροί. Αντίθετα, το παράδειγμα των ιταλικών κινημάτων είναι διδακτικό γιατί δείχνει πως διάφορες τάσεις της αριστεράς μπορούν να κρατήσουν ενωμένη μια συμμαχία μένοντας ταυτόχρονα πιστοί στις πολιτικές τους πεποιθήσεις. Κάποιοι, μέσα στα κινήματα στρέφονται στην πολιτική δουλειά, συμμετέχοντας σε κόμματα (είτε στα υπάρχοντα είτε σε νέα), ενώ άλλοι τονίζουν την αυτονομία τους (είτε μετριοπαθή είτε ριζοσπαστική) από το πολιτικό σύστημα, εστιάζοντας στην δημιουργία εναλλακτικών θεσμών από τα κάτω.

Στο πλαίσιο αυτό, θα πρέπει και πάλι να τονιστεί ότι ένα κοινό πρόταγμα δεν είναι το ίδιο με ένα πολιτικό πρόγραμμα. Το αίτημα για στέγη και εισόδημα για όλους δεν είναι το ίδιο με την απαίτηση για στέγη και εισόδημα για όλους. Ελάχιστοι διαδηλωτές στη Ρώμη θα ήταν τόσο αφελείς, ώστε να πιστέψουν ότι η κυβέρνηση Renzi θα εφαρμόσει ποτέ τέτοια ριζοσπαστικά αιτήματα. Αυτός είναι ο λόγος που η πολυμορφία στις τακτικές παραμένει πολύ σημαντική: για να πραγματοποιήσουν τόσο τους άμεσους όσο και τους μακροπρόθεσμους στόχους, τα κινήματα θα πρέπει να είναι αποφασισμένα όσον αφορά στη στρατηγική και ευέλικτα στην τακτική. Για παράδειγμα, η άμεση δράση από το κίνημα των καταλήψεων έχει ήδη απελευθερώσει χώρους στέγασης για ανθρώπους που έχουν εκδιωχθεί από τα σπίτια τους και δεν αντέχουν να περιμένουν μια μελλοντική μεταρρύθμιση ή επανάσταση. Εν τω μεταξύ, η πιο μακροπρόθεσμη οργάνωση άλλων ομάδων μπορεί να θέσει τις βάσεις για νίκες μεγαλύτερης κλίμακας μέσω πιο καθιερωμένων καναλιών, όπως συνέβη με τη θριαμβευτική νίκη των κινημάτων στα δημοψηφίσματα του 2011, στα οποία ο ιταλικός λαός απέρριψε με συντριπτική πλειοψηφία την ιδιωτικοποίηση του νερού – ενός ακόμη κοινού αγαθού.

Η πολυμορφία των τακτικών σημαίνει επίσης ότι οι πιο μαχητικοί ακτιβιστές δεν πρέπει να θέτουν σε κίνδυνο την ασφάλεια και την ευημερία των ειρηνικών διαδηλωτών (όπως έκαναν κατά τη διάρκεια των αυτοκαταστροφικών μαχητικών δράσεων στις 15 Οκτωβρίου, 2011), ενώ οι ειρηνιστές μέσα στο κίνημα θα πρέπει να αφήνουν χώρο για μαχητική δράση και πιο συγκρουσιακές τακτικές. Στην Ιταλία, αυτή η άτυπη δημιουργία μιας πληθώρας τακτικών μέσα στην ευρύτερη συμμαχία των κοινωνικών δυνάμεων έχει οδηγήσει σε μια ενδιαφέρουσα ανατροπή. Τον Οκτώβριο του 2011, μαχητικοί διαδηλωτές παρέσυραν με απερίσκεπτο τρόπο ειρηνικούς διαδηλωτές σε βίαιες συγκρούσεις με την αστυνομία, ενώ ειρηνικοί διαδηλωτές συλλάμβαναν ανενδοίαστα μαχητικούς ακτιβιστές και τους παρέδιδαν στους ίδιους τους αστυνομικούς. Αντίθετα, τον Οκτώβριο του 2013, μαχητικοί διαδηλωτές αντιστάθηκαν στο Υπουργείο Οικονομίας και προστάτευσαν την ειρηνική διαδήλωση από την επίθεση της αστυνομίας. Την επόμενη μέρα, η ειρηνική διαδήλωση ευθυγραμμίστηκε πίσω από τα πιο μαχητικά στοιχεία για να απαιτήσει την απελευθέρωση έξι ακτιβιστών που είχαν συλληφθεί κατά τη διάρκεια των συγκρούσεων. Μ’ αυτό τον τρόπο, το κίνημα ενοποιείται και αφοπλίζει ουσιαστικά την τακτική του διαίρει και βασίλευε των ιδεολογικών και κατασταλτικών μηχανισμών του κράτους.

Προσαρμογή στο Πλαίσιο

Περιττό να πούμε ότι κάθε κίνημα προκύπτει μέσα στο δικό του ιδιαίτερο πλαίσιο και ως εκ τούτου, θα πρέπει να αρθρώσει τον δικό του λόγο, και να επινοήσει τις δικές του ιδιαίτερες τακτικές και στρατηγικές προκειμένου να δημιουργήσει ευρύτερες συμμαχίες γύρω από τα κοινά αγαθά. Υπάρχουν ελπιδοφόρες ενδείξεις ότι αυτό έχει ήδη αρχίσει να συμβαίνει σε μερικά μέρη. Από αυτή την άποψη, τα ισπανικά κινήματα είναι τα πιο προχωρημένα στην Ευρώπη και στη Βόρεια Αμερική. Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η Πλατφόρμα για τα θύματα των υποθηκών (PAH), που συνενώνει παλιούς ακτιβιστές και δικηγόρους, μετανάστες, εργαζόμενους και άνεργους, και συνδυάζει άμεσες δράσεις (παρεμπόδιση κατάσχεσης σπιτιών, κατάληψη γραφείων των τραπεζών και οργάνωση escraches μπροστά σε σπίτια πολιτικών) με τις πιο παραδοσιακές τακτικές πίεσης για την κατάργηση αντικοινωνικών νόμων ή την θέσπιση νόμων για την υπεράσπιση των ιδιοκτητών των σπιτιών. Ταυτόχρονα, η PAH λειτουργεί σε στενή συνεργασία με άλλες ομάδες και κινήματα εντός των διαφόρων εθνικών συντονιστικών. Όπως και με το «ένα μεγάλο πρόταγμα» στην Ιταλία, η PAH προτείνει να αντιμετωπίζουμε τη στέγη ως ανθρώπινο δικαίωμα και κοινό αγαθό, και με παρόμοιο τρόπο προβάλλει την απαίτηση για ελάχιστο εγγυημένο εισόδημα.

Στη Βόρεια Αμερική αλλά και σε ευρωπαϊκές χώρες, παρόμοιες συμμαχίες είναι δυνατές, εφόσον οι ακτιβιστές καταφέρουν να αναγνωρίσουν τους κοινούς σκοπούς που μπορούν να αξιοποιηθούν προκειμένου να έρθουν πιο κοντά διαφορετικές ομάδες ανθρώπων που σε άλλη περίπτωση δεν θα μιλούσαν την ίδια πολιτική γλώσσα, και οι οποίοι δεν θα είχαν ιδιαίτερη διάθεση να εργαστούν από κοινού. Το μυστικό είναι να αναγνωριστούν τα αδύνατα σημεία του συστήματος και να εντοπιστούν οι καθημερινές αδικίες που βρίσκονται στη ρίζα των κοινωνικών δεινών μας και στη βάση της καθημερινής αναπαραγωγής του καπιταλισμού. Αυτό θα επιτρέψει στα κινήματα να αμφισβητήσουν τις θεμελιώδεις σχέσεις εξουσίας του συστήματος μέσα από ιδιαίτερα στοχευμένες παρεμβάσεις, οι επιπτώσεις των οποίων θα ήταν άμεσα αισθητές – για παράδειγμα, τα κινήματα στην Κοτσαμπάμπα της Βολιβίας που κέρδισαν τη μάχη για το νερό. Αξίζει να σημειωθεί ότι κάποιες από αυτές τις ιδέες ήδη επηρεάζουν αγώνες που γίνονται αλλού, όπως είναι το Save Greek Water, η εκστρατεία κατά της ιδιωτικοποίησης του νερού στην Αθήνα.

Φυσικά δεν πρέπει να δίνουμε δυσανάλογα μεγάλη αξία στο ιταλικό πείραμα. Ενώ οι διαδικασίες της βάσης φαίνονται ελπιδοφόρες, η ιταλική αριστερά εξακολουθεί να δίνει –όπως και παντού– μια αμυντική μάχη εναντίον μιας συντριπτικής νεοφιλελεύθερης επίθεσης. Ωστόσο, νομίζω ότι υπάρχει ένα σημαντικό μήνυμα εδώ: ίσως ένας τρόπος για να ξεπεραστεί η παράλυση στην οποία βρίσκονται πολλά κινήματα θα ήταν να δημιουργηθεί μια πιο καθαρή εικόνα για το πού πραγματικά θέλουμε να πάμε. Κάποιοι θα ονομάσουν αυτό το όραμα αναρχισμό, άλλοι σοσιαλισμό ή κομμουνισμό. και πιθανώς οι περισσότεροι άνθρωποι δεν θα θέλουν να του δώσουν καμία ταμπέλα. Αλλά μέχρι να αρχίσει η μετουσίωση αυτών των αμφισβητούμενων εννοιών σε συγκεκριμένους στόχους, που στην πραγματικότητα μπορούν να μας φέρουν πιο κοντά απ’ ότι οι ασαφείς δογματισμοί που εξακολουθούν να μας χωρίζουν, αυτό μπορεί να αποτελέσει ένα πρώτο χρήσιμο βήμα στο ξεπέρασμα των αμέτρητων διαφορών μας, διευρύνοντας τους πολιτικούς μας ορίζοντες και επανακτώντας μια αίσθηση προσανατολισμού για τα δύσκολα χρόνια που βρίσκονται μπροστά μας.

*Ο Jerome Roos είναι υποψήφιος διδάκτωρ στη Διεθνή Πολιτική Οικονομία στο European University Institute και συνιδρυτής του περιοδικού ROAR.

Μετάφραση: Γιώργος Πουλάδος

Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά στο ψηφιακό περιοδικό http://www.x-pressed.org/ και πιο συγκεκριμένα στη σελίδα

http://www.x-pressed.org/?xpd_article=%CE%BA%CE%B9%CE%BD%CE%B7%CF%84%CE%BF%CF%80%CE%BF%CE%AF%CE%B7%CF%83%CE%B7-%CE%B3%CE%B9%CE%B1-%CF%84%CE%B1-%CE%BA%CE%BF%CE%B9%CE%BD%CE%AC-%CE%BC%CE%B1%CE%B8%CE%AE%CE%BC%CE%B1%CF%84%CE%B1-%CE%B1%CF%80&lang=el






Παρασκευή 2 Αυγούστου 2019

Peter Gelderloos: Τα Κοινά και η Σπάνη. Ένα μανιφέστο εναντίον του καπιταλισμού (Ιούνιος 2012)

Τα κοινά αποτελούν ένα κόσμο πέρα από τον καπιταλισμό. Είναι μια πηγή βιοπορισμού που οι άνθρωποι μοιράζονται. Πριν από την εξάπλωση του καπιταλισμού, το μεγαλύτερο μέρος του πλανήτη βασιζόταν στα κοινά. Οι κουλτούρες που θεωρούσαν τα κοινά ως δώρο της φύσης και έδειχναν σεβασμό προς αυτά, είχαν την τάση να έχουν τα πιο άφθονα κοινά και ως εκ τούτου λιγότερα προβλήματα επιβίωσης. Οι κουλτούρες που θεωρούσαν τα κοινά περιουσιακό στοιχείο ή πόρους προς εκμετάλλευση, τους εξαντλούσαν και είτε προκαλούσαν την δική τους κατάρρευσή είτε κατέφευγαν σε πόλεμο και σε κατακτήσεις για να επιβιώσουν. Τελικά, κάποιες από αυτές τις κουλτούρες δημιούργησαν τον καπιταλισμό.

Ο καπιταλισμός θεωρητικοποιεί και δημιουργεί τη σπάνη. Ο καπιταλισμός έχει αναπτυχθεί πάνω στην καταστροφή και την ιδιωτικοποίηση των κοινών. Όσο οι άνθρωποι έχουν πρόσβαση στα κοινά, μπορούν να απολαμβάνουν κάποια αυτάρκεια και δεν μπορούν να υποχρεωθούν να πουλήσουν το μόχθο τους στους πλούσιους προκειμένου να επιβιώσουν. Για τους κοινούς ανθρώπους, ο καπιταλισμός αποτελεί ένα εκβιασμό: εργασία ή πείνα. Τα κοινά προσφέρουν μια άλλη επιλογή: αυτάρκεια συλλέγοντας τα δώρα της φύσης. Διότι η βάση των κοινών είναι το αυθόρμητο δώρο, οι άνθρωποι που ζουν μέσα στα κοινά ή από τα ίδια τα κοινά συχνά αναδημιουργούν την οικονομία των δώρων: την ανταλλαγή, τη συνεργασία και την αλληλοβοήθεια ώστε να επιτευχθεί ένα υψηλό βιοτικό επίπεδο. Επίσης, για το λόγο αυτό, τα κοινά αποτελούν εχθρό του καπιταλισμού.

Η πρωταρχική συσσώρευση – η ιδιωτικοποίηση της γης ή η αρπαγή του πλούτου για την τροφοδότηση των επενδύσεων και της βιομηχανίας, – δεν είναι μόνο ένα πρώιμο στάδιο του καπιταλισμού- όπως το θεωρητικοποίησε ο Adam Smith ή ο Karl Marx. Η ιδιωτικοποίηση, η νομιμοποιημένη κλοπή, η δουλεία και η επιβολή της εργασιακής πειθαρχίας είναι μόνιμες δραστηριότητες του καπιταλισμού, από τον 15ο έως τον 21ο αιώνα.

Τα κοινά δεν είναι μια αρχαία και ξεπερασμένη πραγματικότητα, αλλά μια διαρκώς παρούσα πιθανότητα που εμφανίζεται στην καθημερινή μας ζωή, σε αντίθεση με το μύθο του καπιταλισμού περί σπανιότητας. Μετά την ιδιωτικοποίηση και περίφραξη της καλλιεργήσιμης γης στην Ευρώπη από τον 15ο έως τον 17ο αιώνα, στην Ινδία και σε άλλες αποικίες τον 18ο και 19ο αιώνα καθώς και σε περιοχές της Αφρικής σήμερα, τα δάση, οι δασικές εκτάσεις, οι βάλτοι και τα λιβάδια έγιναν τα κυρίως κοινά, διότι ο καπιταλισμός δεν ήταν ακόμη σε θέση να εκμεταλλευτεί αυτές τις περιοχές αποτελεσματικά. Σε αυτά τα κοινά οι άνθρωποι συγκέντρωναν φρούτα, καρπούς, φαρμακευτικά φυτά, καύσιμα και δομικά υλικά, έβοσκαν τα ζώα, κυνηγούσαν και ψάρευαν. Δεν ήταν σε θέση να έχουν ψωμί από τα δάση και τα βοσκοτόπια, αλλά μπορούσαν να ικανοποιήσουν τις περισσότερες από τις άλλες ανάγκες τους.

Σήμερα, για να λειτουργήσει ο καπιταλισμός πρέπει να βασισθεί στην υπερβολική και απροσδιόριστη μαζική παραγωγή. Δημιουργείται μια τεράστια ποσότητα σκουπιδιών που ο καπιταλισμός δεν είναι ακόμη σε θέση να εκμεταλλευθεί αποτελεσματικά. Τα σκουπίδια είναι τα νέα κοινά: εκατομμύρια άνθρωποι ψάχνουν τα σκουπίδια για να βρουν τρόφιμα, ρούχα, δομικά υλικά ή πράγματα που μπορούν να διαλύσουν και να πουλήσουν. Πολλοί από τους ανθρώπους που ζουν με αυτόν τον τρόπο αναπτύσσουν μια συνεργατική κουλτούρα με βάση την διανομή και την αμοιβαία βοήθεια που έχει περισσότερο να κάνει με την αλληλεγγύη παρά με τις εμπορευματοποιημένες σχέσεις.

Οι δεξιότητες, η κουλτούρα και η παραδοσιακή σοφία αποτελούν επίσης κοινά. Αποτελούν εργαλεία που βοηθούν τους ανθρώπους να κατανοήσουν το περιβάλλον τους, να αποκτήσουν τα προς το ζην και να βελτιώσουν την ποιότητα ζωής τους. Κατά το παρελθόν, τα εργαλεία αυτά μοιράζονταν μέσα στην κοινωνία. Για περίπου έναν αιώνα, ο καπιταλισμός έχει προσπαθήσει όλο και περισσότερο να ιδιωτικοποιήσει τη γνώση και τον πολιτισμό. Πολλοί άνθρωποι αντιστέκονται στην ιδιωτικοποίηση των πνευματικών και πολιτισμικών κοινών. Μερικοί άνθρωποι καταστρέφουν τις γενετικά τροποποιημένες καλλιέργειες των εταιρειών που επιδιώκουν να κατοχυρώσουν δίπλωμα ευρεσιτεχνίας για την ίδια τη ζωή. Ορισμένες κοινότητες αυτοχθόνων δεν θέλουν τους ανθρωπολόγους, τους βιολόγους και άλλους ερευνητές να τους καταγράφουν και να κατοχυρώνουν με δίπλωμα ευρεσιτεχνίας την παραδοσιακή τους μουσική, την λαϊκή ιατρική ή κάποιους σπόρους. Τέλος, μερικοί άνθρωποι μοιράζονται τη μουσική και την τέχνη τους μέσω των Creative Commons και όχι μέσω των πνευματικών δικαιωμάτων.

Ενώ οι πρώτοι πειρατές απελευθέρωναν αγαθά που ήταν προϊόντα εκμετάλλευσης από την μαζική διαδικασία της πρωτόγονης συσσώρευσης γνωστή και ως αποικιοκρατία (απελευθέρωση σκλάβων, κλοπή χρυσού και ασημιού που είχε εξορυχθεί με την δουλειά των σκλάβων, κατάσχεση ζάχαρης και ρούμι που προερχόταν από τις φυτείες), σήμερα μία από τις σημαντικότερες μορφές πειρατείας είναι η απελευθέρωση της λεγόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας (όπως είναι οι ταινίες και η μουσική) χρησιμοποιώντας νέα εργαλεία στο διαδίκτυο.

Η σπάνη πάνω στην οποία βασίζεται ο καπιταλισμός ποτέ δεν προκύπτει φυσικά. Μερικές φορές είναι το αποτέλεσμα των κακών επιλογών μιας κοινωνίας, η καταστροφή του εδάφους της, η υπεραλίευση, το υπερβολικό κυνήγι ή η μη εξισορρόπηση του πληθυσμού της. Συχνά, η σπάνη επιβάλλεται από το κράτος άμεσα και με πρόθεση. Κατά τη διάρκεια του ιρλανδικό λιμού της πατάτας, η Ιρλανδία που βρισκόταν υπό βρετανική στρατιωτική κατοχή, εξαναγκαζόταν να παράγει τρόφιμα που προορίζονταν για εξαγωγή. Ο μεγάλος λιμός στην Ουκρανία δημιουργήθηκε από την σοβιετική κυβέρνηση που άλλαξε με το ζόρι τον παραδοσιακό τρόπο της γεωργίας. Η κυβέρνηση των ΗΠΑ σκότωσε τα φαινομενικά ατελείωτα κοπάδια βισώνων ώστε οι Lakota και οι Cheyenne των Great Plains (οι οποίοι είχαν νικήσει τις ΗΠΑ σε ένα σημαντικό πόλεμο) να χάσουν την πηγή της τροφής τους. Οι κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο δεν σταματούν με τίποτα, σκοτώνοντας εκατομμύρια ανθρώπους προκειμένου να καταστήσουν την αυτάρκεια αδύνατη. Αν μπορούμε να φροντίζουμε τους εαυτούς μας δεν χρειαζόμαστε κυβέρνηση και δεν χρειάζεται να δουλεύουμε για τους πλούσιους που η κυβέρνηση υπάρχει για να τους προστατεύει.

Μια σχετική λειτουργία του κράτους είναι να καταστρέφει τα κοινά όπου και αν εμφανίζονται. Οι πρώτοι σύγχρονοι νομικοί κώδικες στην Ευρώπη χρησίμευσαν για να ποινικοποιήσουν την παραδοσιακή χρήση των κοινών. Μια σημαντική εφαρμογή της θανατικής ποινής στην Αγγλία του 18ου αιώνα ήταν η τιμωρία για το κυνήγι, για την αναζήτηση τροφής καθώς και για άλλες παραδοσιακά χρήσεις των δασών που παλιότερα ήταν νόμιμες και προστατεύονταν ακόμα και από την Magna Carta. Σήμερα, η Παγκόσμια Τράπεζα και το ΔΝΤ υποχρεώνουν τις χώρες οφειλέτες να αλλάξουν τους νόμους τους και να ποινικοποιήσουν τις παραδοσιακές χρήσεις των κοινών, επιτρέποντας να ιδιωτικοποιηθούν τα κοινά από τις πολυεθνικές εταιρείες. Το 1994 η συμφωνία NAFTA με τις ΗΠΑ και τον Καναδά, υποχρέωσε το Μεξικό να αλλάξει το Σύνταγμα του και να καταργήσει την προστασία της κοινοτικής έγγειας ιδιοκτησίας. Ένα άλλο σημαντικό σημείο συνεργασίας μεταξύ των κυβερνήσεων παγκοσμίως αφορά την πάταξη της πειρατείας, της λεγόμενης πνευματικής ιδιοκτησίας, και την διανομή των Creative Commons. Γενικότερα, οι ΗΠΑ και άλλες κυβερνήσεις θέλουν να τιθασεύσουν πλήρως το διαδίκτυο ώστε να μην είναι πλέον ένας χώρος ανταλλαγής και ανωνυμίας -ένα κοινό- αλλά μάλλον ένα εμπορευματοποιημένος χώρος που θα ελέγχεται εύκολα από την αστυνομία και θα αξιοποιείται από τις εταιρίες. Αυτό μοιάζει με το πώς αποστραγγίστηκαν και καθαρίστηκαν οι βαλτότοποι και τα δάση τόσο για οικονομικούς όσο και για στρατιωτικούς λόγους. Λόγω της μη πρόσβασης και των αμυντικών πλεονεκτημάτων, οι χώροι αυτοί ήταν εκτός ορίων για την εμπορική ανάπτυξη και ήταν οι περιοχές όπου κρύβονταν αντάρτες, ληστές και επαναστάτες.

Σε γενικές γραμμές, το κράτος ισχυρίζεται ότι μας προστατεύει τη στιγμή που καταστρέφει τα κοινά και την άγρια φύση, τα οποία συχνά είναι οι μόνοι χώροι όπου μπορούμε να είμαστε ακόμα ελεύθεροι. Το 2008, ένα ναυάγιο στα ανοικτά των ακτών της Αγγλίας ξέβρασε στην ακτή χιλιάδες τόνους ξύλινα δοκάρια. Η ξυλεία δεν μπορούσε πλέον να πωληθεί σε σημαντικούς αγοραστές επειδή είχε λεκέδες θαλασσινού νερού αλλά μπορούσε να χρησιμοποιηθεί στην οικοδομή αλλά και για καύσιμα. Το ναυάγιο είχε δημιουργήσει νέα κοινά και γρήγορα οι άνθρωποι πήγαν να συλλέξουν την ξυλεία.

Η κυβέρνηση έδρασε αστραπιαία και απαγόρευσε τη συλλογή της ξυλείας στο όνομα της εθνικής έκτακτης ανάγκης. Η επιχειρηματολογία τους; Οι άνθρωποι θα μπορούσαν να τρυπηθούν από σκλήθρες, επομένως, η συλλογή της ξυλείας ήταν επικίνδυνη.

Όσο για τα κοινά των σκουπιδιών, πολλές κυβερνήσεις σε όλο τον κόσμο εργάζονται για να τα ποινικοποιήσουν και να τα καταστείλουν. Στις ΗΠΑ, σε αρκετές πόλεις έχουν συλληφθεί άτομα διότι μοίραζαν δωρεάν φαγητό που αλλιώς θα κατέληγε στα σκουπίδια. Στην Ισπανία, εκεί όπου οι αρτοποιοί παραδοσιακά μοίραζαν τις απούλητες φραντζόλες στο τέλος της ημέρας, τώρα οι αλυσίδες των αρτοποιείων έχουν αρχίσει να μετράνε όλα τα απούλητα καρβέλια τους, τα οποία επιστρέφονται και καταστρέφονται (ή πωλούνται στην κτηνοτροφία ή σε άλλες βιομηχανίες). Σε πολλές πόλεις της Ολλανδίας, οι καινούργιοι κάδοι σκουπιδιών αποθηκεύουν τα σκουπίδια υπόγεια καθιστώντας αδύνατη την πρόσβαση σε αυτά. Για άλλη μια φορά, προτιμούν να λιμοκτονούν οι άνθρωποι, αντί να είναι σε θέση να πάρουν κάτι δωρεάν.

Πολλές πόλεις θα μπορούσαν να προσεγγίσουν την αυτάρκεια των τροφίμων με αστικούς κήπους και την φύτευση οπωροφόρων και καρυόκαρπων δέντρων. Ο αναρχικός επιστήμονας Kropotkin έγραψε για αυτή την αναδυόμενη δυνατότητα πριν από έναν αιώνα, χρησιμοποιώντας το Παρίσι ως μοντέλο, αλλά από τότε οι κυβερνήσεις και οι πολεοδόμοι έχουν κάνει τα πάντα ώστε να εμποδίσουν την ανάπτυξη αυτού του νέου κοινού. Μερικές φορές, οι αστικοί κήποι κλείνουν και ισοπεδώνονται, όπως στο Λος Άντζελες. Γενικά, οι πόλεις αποφεύγουν να φυτεύουν βρώσιμα φυτά στους αστικούς χώρους πρασίνου. Η Αθήνα ή η Βαρκελώνη, για παράδειγμα, είναι προικισμένες με χιλιάδες πορτοκαλιές, αλλά η ποικιλία που επιλέγουν να φυτέψουν οι αρχές της πόλης παράγει ένα μη εδώδιμο είδος πορτοκαλιού.

Μια αξιοσημείωτη εξαίρεση σε αυτόν τον κανόνα μπορεί να βρεθεί στο Σηάτλ. Κατά τη διάρκεια αρκετών μηνών του καλοκαιριού, κάποιος μπορεί να μαζέψει μια ποικιλία βρώσιμων, νόστιμων φρούτων και μούρων από δέντρα και θάμνους που αναπτύσσονται στην πόλη. Ωστόσο, οι περισσότεροι άνθρωποι έχουν χάσει τις παραδοσιακές δεξιότητες και γνώσεις για να πραγματοποιήσουν αυτήν την απλή εργασία και δεν συνειδητοποιούν ότι τα τρόφιμα προέρχονται από τη γη και όχι από το σούπερ μάρκετ. Οι άνθρωποι είναι τόσο αλλοτριωμένοι που τα περισσότερα από τα φρούτα και τα μούρα πάνε χαμένα.

Το θλιβερό αυτό γεγονός αυτό αναδεικνύει τη σχέση γνώσης και ύλης. Τα πνευματικά και πολιτισμικά κοινά και τα κοινά της γης ή των φυσικών πόρων είναι άρρηκτα δεμένα. Εάν το κράτος καταλάβει τη γη, η τεχνογνωσία του πώς να ζεις από αυτήν τελικά εξαφανίζεται. Αν το κράτος καταφέρει να αποξενώσει τους ανθρώπους από τις παραδοσιακές γνώσεις, τότε δεν θα ξέρουν πώς να χρησιμοποιούν την κοινή γη ή τους πόρους, ακόμη και αν αυτά βρίσκονται ακριβώς δίπλα τους.

Ένα άλλο ενδιαφέρον γεγονός, όσον αφορά τις πόλεις, είναι ότι τα τρόφιμα που καλλιεργούνται σε αυτά ρυπαίνονται από τα αυτοκίνητα. Για το λόγο αυτό, θα μπορούσε εύκολα να υποστηριχθεί η άποψη ότι η καλλιέργεια των τροφίμων στις πόλεις δεν είναι, ούτως ή άλλως, η καλύτερη ιδέα. Αλλά δεν υπάρχει καμία φυσική σχέση μεταξύ των πόλεων και των αυτοκινήτων. Στην πραγματικότητα, οι πόλεις λειτουργούν πολύ πιο αποτελεσματικά χωρίς αυτοκίνητα, με την χρήση της δημόσιας συγκοινωνίας και των ποδηλάτων.

Αλλά η έμφαση στην αποδοτικότητα αγνοεί το ιστορικά σημαντικό γεγονός ότι το κράτος προτιμά να επιδοτεί και να εφαρμόζει τεχνολογίες που ενισχύουν την εξάρτηση, που υποσκάπτουν τα κοινά και δημιουργούν νέες ευκαιρίες για επαγγελματική διαχείριση (ιδίως μέσα σε ένα πρότυπο ασφάλειας ή προστασίας). Τα τρένα δημιουργούν νέους κοινούς χώρους και μπορούν να αυτο-οργανωθούν από τους φορείς τους. Αντιθέτως, η κυκλοφορία των αυτοκινήτων είναι τόσο εξατομικευμένη ώστε να απαιτείται η κρατική παρέμβαση προκειμένου να κατευθύνεται και να οργανώνεται. Δημιουργεί νέους κινδύνους από τους οποίους το κράτος πρέπει να προστατεύσει τους πολίτες του, με ένα παράλογα υψηλό αριθμό θανάτων από τροχαία ακόμα και σε κοινωνίες όπου οι κυβερνήσεις διαχειρίζονται αποτελεσματικά την κυκλοφορία των αυτοκινήτων.

Τελευταίο αλλά όχι ασήμαντο είναι ότι η κυκλοφορία των αυτοκινήτων δημιουργεί τη δυνατότητα για πρώτη φορά στην ιστορία να υπάρχει ένα πλήθος χιλιάδων ανθρώπων που βρίσκονται ο ένας δίπλα στον άλλον, όταν είναι κολλημένοι στην κίνηση, που ωστόσο, είναι εντελώς απομονωμένοι, χωρίς ουσιαστικές δυνατότητες συλλογικής δράσης.

Εν ολίγοις, τα κοινά κατέχουν κεντρική θέση στον αγώνα εναντίον του καπιταλισμού. Τα κοινά μπορούν να αποτελούνται από τη γη, την άγρια φύση, τις δεξιότητες και τις εμπειρίες, τα αγαθά που συλλέγονται ή τους δημόσιους χώρους. Τα κοινά δεν υπάρχουν μόνο σε περιφερειακές κοινωνίες που εξακολουθούν να ισχυρίζονται ότι είναι παραδοσιακές, αποτελούν μια διαρκώς παρούσα πιθανότητα σε κάθε πτυχή της ανθρώπινης ύπαρξης, από τις πιο ανεπτυγμένες μέχρι τις λιγότερο ανεπτυγμένες χώρες.

Τα κοινά αποτελούν δομή και πρακτική. Η υποστήριξη των κοινών αποτελεί μία από τα πιο δημοφιλείς και ανατρεπτικές μορφές δράσης εναντίον του καπιταλισμού. Δεν αποτελεί προνόμιο των επαγγελματιών επαναστατών αλλά μια δραστηριότητα που πραγματοποιείται ενστικτωδώς από ανθρώπους σε όλο τον κόσμο.

Επειδή η υποστήριξη των κοινών είναι ενστικτώδης, ο κομμουνισμός είναι μια απάτη. Η προσπάθεια να γίνουν τα κοινά κάτι αφηρημένο ή να υπάρξει μεσολάβηση της πρακτικής των κοινών μέσω μιας ιδεολογίας, αφαιρεί από αυτά τις μοναδικές συνθήκες της καθημερινής ζωής που τους δίνουν ανάσα και ουσία. Τα κοινά θα ανασυγκροτούνται με διαφορετική μορφή σε κάθε διαφορετικό μέρος του κόσμου, στα χέρια των ανθρώπων που βρίσκονται πλησιέστερα προς τη διαθέσιμη ύλη και μνήμη που μπορεί να μετατραπεί σε βάση για την συλλογική επιβίωση. Η υποστήριξη των κοινών αποτελεί το καθήκον εκείνων που θα αποτελέσουν μέρος των νέων κοινών.

Ο καπιταλισμός δημιούργησε τις τάξεις και αυτές οι τάξεις δεν θα καταστρέψουν τον καπιταλισμό. Με βάση το υλικό των φεουδαρχικών καστών, εκείνοι που μπορούσαν να χειριστούν ένα στρατιωτικό και οικονομικό πλεονέκτημα αποτελούσαν την τάξη των ιδιοκτητών και το προλεταριάτο συγκροτούνταν δια της βίας ως εκείνοι οι άνθρωποι που είχαν μόνο την εργατική τους δύναμη και τις ικανότητές τους για να αναπαράγονται. Οι ίδιες σχέσεις ιδιοκτησίας που περιέφραξαν τα κοινά ανάγκασαν όσους δεν μπορούσαν να αντισταθούν σε αυτές τις περιφράξεις να γίνουν η εργατική τάξη. Η ταξική κοινωνία και το κεφάλαιο θα καταργηθούν από εκείνους που θα έχουν την δύναμη να δουν τον εαυτό τους σε σχέση με τα κοινά και όχι σε σχέση με την ιδιοκτησία.

Ο εχθρός που σκορπίζει συνεχώς αυτή τη δύναμη και καταπατά τα κοινά όπου ξεπροβάλλουν είναι το κράτος. Ο αγώνας μας πρέπει να στοχεύει στην καταστροφή του κράτους, στο άνοιγμα νέων χώρων όπου τα κοινά μπορούν να ευδοκιμήσουν. Η υποστήριξη των κοινών δεν αποτελεί ιδιοκτησία κάποιου κόμματος ή θεωρίας, αλλά το κοινό δυναμικό που καθιστά δυνατή οποιαδήποτε επικοινωνία. Η αναρχία αποτελεί το προαπαιτούμενο για τα κοινά. Όσο πιο ισχυρό είναι το κράτος, τόσο πιο στενό το περιθώριο μέσα από το οποίο μπορούν να προκύψουν τα νέα κοινά. Και όσο πιο άφθονα τα κοινά μας, τόσο πιο ισχυρές και παρατεταμένες οι επιθέσεις μας εναντίον του κράτους. Εάν το κράτος καταστραφεί από τους αναρχικούς ή όχι δεν έχει σημασία, παρά μόνο για εκείνους τους αναρχικούς που μοιράζονται με τους κομμουνιστές την ανάγκη να γράψουν ένα σχέδιο που θα επιβληθεί στο νέο κόσμο.

Αυτό που είναι σημαντικό είναι τα όνειρά μας να ριζώσουν και πάλι στα κοινά, οι θεωρίες μας να θέσουν ως στόχο το κράτος και οι αγώνες μας να δημιουργήσουν νέα κοινά και να αναζωογονήσουν τα παλιά.

Tides of Flame number 20 early June 2012

Μετάφραση: Γιώργος Πουλάδος
Δημοσιεύτηκε για πρώτη φορά στα ελληνικά στο ψηφιακό περιοδικό http://prismaprisma.eu/
και πιο συγκεκριμένα στη σελίδα http://prismaprisma.eu/?p=165